Ελληνική αγωνία για την 25η Μαρτίου. Όλα είναι ανοιχτά

Συνεχίζονται οι πυρετώδεις διαβουλεύσεις εν όψει των πολιτικών αποφάσεων που πρέπει να ληφθούν στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. της 25ης Μαρτίου, αν και ένα μέρος αυτών των αποφάσεων έχει ήδη ληφθεί στις 11 Μαρτίου. Η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι η διαπραγμάτευση σε ό,τι μας αφορά έχει λήξει, αλλά δεν είναι έτσι, καθώς συχνά οι αποφάσεις που λαμβάνονται για τις άλλες χώρες ευνοούν και την Ελλάδα. Για παράδειγμα, η επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους της τρόικας και η μείωση του επιτοκίου κατά μία μονάδα δεν θα υπήρχε αν δεν είχε διαπραγματευτεί ένα μνημόνιο με καλύτερους από τους ελληνικούς όρους η Ιρλανδία. Μάλιστα, ενώ αρχικά θεωρήθηκε ανήθικο να δανείζεται μια χώρα με ευνοϊκότερους όρους από άλλη, για λόγους ισονομίας, τελικά συμφωνήσαμε κι εμείς οι ευνοϊκότεροι όροι να ισχύσουν «από δω και πέρα», συνεπώς η ισονομία δεν υπάρχει, απλώς η δύναμη επιβολής.

Αλλά και στη σύνοδο της 11ης Μαρτίου ελήφθησαν δύο αποφάσεις, με επιμονή της Πορτογαλίας η μία και με πρωτοβουλία της Ιρλανδίας η δεύτερη, που θα εφαρμόσει και η Ελλάδα, από τις οποίες προκύπτει πολύ μεγαλύτερο όφελος:

1. Η επιμονή της Πορτογαλίας να μην υπογράψει κανένα μνημόνιο οδήγησε στην απόφαση να μπορεί το ταμείο σταθερότητας να δανείζει πρωτογενώς τις κυβερνήσεις απευθείας, αν δεν μπορούν να δανειστούν με καλύτερα επιτόκια από την αγορά. Αυτό λύνει το πρόβλημα της Ελλάδας, που ίσως υποχρεωνόταν σε στάση πληρωμών σε δέκα μήνες, καθώς το μνημόνιο προβλέπει ότι θα έπρεπε να δανειστούμε περίπου 26 δισεκατομμύρια ευρώ από τις αγορές. Ηδη ο υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου προανήγγειλε ότι και η Ελλάδα θα δανειστεί πρωτογενώς το 2012, αποδεχόμενος ότι και αυτός ο στόχος του μνημονίου δεν επετεύχθη.

2. Η Ιρλανδία προχώρησε με απόφασή της και χωρίς να λάβει προηγουμένως έγκριση από την Ε.Ε. σε χρηματοδότηση των εγχώριων τραπεζών από την Τράπεζα της Ιρλανδίας με ενέχυρο ομόλογα των τραπεζών επί των δανείων τους και ομόλογα του Δημοσίου. Η Ελλάδα αμέσως υιοθέτησε το μέτρο μετά την έγκριση που έλαβε η Ιρλανδία από την Ε.Ε. κι έτσι ελπίζει ότι θα μπορέσει να διοχετεύσει μέρος της ρευστότητας των εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα και μέσω αυτού στην πραγματική οικονομία. Η Τράπεζα της Ελλάδος λογικά δεν θα επιβάλει κούρεμα της ονομαστικής αξίας των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου και επομένως οι τράπεζες θα μπορέσουν να απελευθερώσουν ένα μέρος του κουρέματος που υφίστανται τώρα τα ομόλογα από την ΕΚΤ. Μόνος περιορισμός είναι να μην υπερβαίνει το 20% του ενεργητικού της Τράπεζας της Ελλάδος, ποσό που είναι πολύ μικρό. Είναι κι αυτό πάντως μια ανάσα.

Και οι δύο αυτές πολιτικές αποφάσεις έχουν τεράστια σημασία για την Ελλάδα, καθώς της δίνουν το χρονικό περιθώριο έως το 2013 να διορθώσει τα πράγματα, να μειώσει το έλλειμμα που κάθε χρόνο μεγαλώνει το χρέος. Κι αυτό δεν είναι χωρίς σημασία, γιατί με τον φόβο της ξαφνικής χρεοκοπίας καμιά πολιτική δεν μπορεί να αποδώσει. Για παράδειγμα, οι φήμες ότι μπορεί και να χρεοκοπήσουμε στις 25 Μαρτίου δεν θα είχαν κυκλοφορήσει αν γνώριζε η Ελλάδα ότι υπάρχουν κι αυτές οι εναλλακτικές λύσεις. Επίσης, είναι πιθανόν και οι καταθέσεις που έχουν αποσυρθεί από τις ελληνικές τράπεζες από τον Ιανουάριο του 2010 μέχρι σήμερα, ύψους 33 δισεκατομμυρίων ευρώ, να μην είχαν αποσυρθεί αν υπήρχε η βεβαιότητα ότι δεν θα υποχρεωθεί η Ελλάδα σε στάση πληρωμών έως το 2013. Και οι δύο αυτές πολιτικές αποφάσεις είναι χωρίς οικονομικό κόστος, αλλά έχουν τεράστιες επιπτώσεις για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις της περιφέρειας. Επίσης, είναι αρμοδιότητες που είχαν στο παρελθόν οι κεντρικές τράπεζες των χωρών, αλλά δεν τις απέκτησε η ΕΚΤ, η οποία περιορίστηκε σε μικρότερες αρμοδιότητες. Τώρα όμως υπάρχει έστω το μικρό ταμείο σταθερότητας που μπορεί να παίξει αυτόν τον ρόλο, του δανειστή εσχάτης ανάγκης, ακόμη και με ακριβό επιτόκιο, μέχρι του ποσού των 500 δισεκατομμυρίων ευρώ.


Τα ελληνικά αιτήματα

Η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύθηκε και πέτυχε δύο αιτήματα:

1. Την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του υπόλοιπου δανείου της τρόικας, ύψους 80 δισεκατομμυρίων ευρώ. Δεν πετύχαμε να ισχύσει αναδρομικά για όλο το ποσό του δανείου, όμως πάντοτε υπάρχει η δυνατότητα σύναψης νέου δανείου όταν θα λήξουν οι πρώτες δόσεις μετά τα τρία χρόνια περιόδου χάριτος. Η αποπληρωμή των δόσεων ορίστηκε έως το 2023, πράγμα που σημαίνει ότι θα παραταθούν -φυσικά και έως την εξόφληση- οι υποχρεώσεις του μνημονίου που έχουμε υπογράψει.

2. Τη μείωση του επιτοκίου κατά μία μονάδα. Αυτό σημαίνει 6 δισ. ευρώ λιγότερους τόκους έως το 2023, αλλά φυσικά σχεδόν θα διπλασιάσει το ποσό των τόκων που πρέπει να πληρωθούν μέχρι τότε. Το επιτόκιο με το οποίο θα πληρώσουμε από δω και πέρα τα δάνεια της τρόικας είναι 4,8% λόγω αύξησης του Euribor. Το επιτόκιο όμως είναι κυμαινόμενο και πρόκειται να αυξηθεί αν αυξηθεί και το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ, όπως έχει ήδη προαναγγείλει ο Ζαν Κλοντ Τρισέ.

Στην πραγματικότητα η Ελλάδα αγόρασε χρόνο για την αποπληρωμή του δανείου της τρόικας, το οποίο από την αρχή είχε μπει σε ασφυκτικά πλαίσια προκειμένου να υποχρεωθεί η χώρα μας να απευθυνθεί για βοήθεια στον μόνιμο μηχανισμό σταθερότητας, ο οποίος θα υπάρχει από το 2013. Η επιμήκυνση είχε αποφασιστεί ήδη από την προηγούμενη σύνοδο κορυφής, αλλά δεν είχαν καθοριστεί οι όροι, ο χρόνος και το επιτόκιο. Ταυτόχρονα και το ΔΝΤ αποφάσισε την παράταση του χρόνου αποπληρωμής (με μείωση επιτοκίου) και για το δικό του μερίδιο του δανείου. Εκ του καταστατικού του το ΔΝΤ δεν μπορεί να δανείσει για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των επτά χρόνων, γι’ αυτό και η επιμήκυνση περιορίστηκε στα επτά χρόνια συνολικά και για την Ε.Ε., η οποία δεν έχει τέτοιο περιορισμό και θα μπορούσε να αποφασίσει ακόμη μεγαλύτερο χρονικό διάστημα αν ήθελε.


Το πρόβλημα του χρέους δεν λύθηκε για κανέναν

Ολες αυτές οι αποφάσεις είναι μεν θετικές αλλά δεν ακουμπάνε -και πολύ περισσότερο δεν λύνουν- το πρόβλημα του χρέους της ευρωζώνης ή το διπλό πρόβλημα χρέους και ελλείμματος που έχουν χώρες όπως η Ελλάδα. Ειδικά η Ελλάδα, με το ετήσιο έλλειμμά της στα 23 δισεκατομμύρια ευρώ, εξακολουθεί να αυξάνει το συνολικό χρέος της, το οποίο έτσι γίνεται κάθε μέρα και πιο δυσβάσταχτο. Αυξάνεται σε απόλυτους αριθμούς το χρέος αλλά αυξάνεται και ως ποσοστό του ΑΕΠ λόγω της ύφεσης. Ακόμη κι αν καταφέρει δηλαδή η Ελλάδα κάποια στιγμή το 2015 να δημιουργήσει πρωτογενές πλεόνασμα λόγω της ύφεσης, το χρέος θα εξακολουθήσει να αυξάνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ, εκτός κι αν καταφέρει να προσελκύσει επενδύσεις ώστε να επιστρέψει στην ανάπτυξη. Οσο όμως βρισκόμαστε σε ύφεση είναι μάλλον όνειρο θερινής νυκτός η δημιουργία πλεονάσματος, γιατί τα έσοδα διαρκώς μειώνονται και είναι αμφίβολο αν και το ετήσιο έλλειμμα θα καταφέρει να μειωθεί σε απόλυτους αριθμούς και ως ποσοστό του ΑΕΠ.


Τα ευρωομόλογα και η ανάπτυξη

Η ελληνική οικονομία είναι σαφώς εξαρτημένη από την ευρωπαϊκή οικονομία και αν η Ευρώπη δεν ανακάμψει, ώστε να αγοράσει αγαθά και υπηρεσίες από την Ελλάδα, ούτε η χώρα μας μπορεί μακροπρόθεσμα να ανακάμψει. Λόγω όμως της κρίσης οποιαδήποτε προσπάθεια ανάκαμψης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας μπορεί να χρηματοδοτηθεί από εγχώριους πόρους και από κοινοτικά προγράμματα. Μεγάλη ώθηση θα μπορούσε να δοθεί αν υιοθετηθεί ο θεσμός των αναπτυξιακών ευρωομολόγων που θα εκδίδονται από την Κομισιόν και θα χρηματοδοτούν αναπτυξιακά έργα. Ο θεσμός υπάρχει ήδη, αλλά είναι πολιτική απόφαση η διεύρυνσή του και η αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού ώστε να μπορεί να χρηματοδοτεί μέσω των ευρωομολόγων δράσεις που τώρα είναι αρμοδιότητας των εθνικών κυβερνήσεων. Αυτό περιορίζει τις χώρες της περιφέρειας που δεν έχουν περίσσευμα κεφαλαίων για αναπτυξιακά έργα, καθώς τα έσοδά τους στραγγαλίζονται από τους τόκους. Για παράδειγμα, η Ελλάδα από τα 23 δισεκατομμύρια του ελλείμματος του 2010 μόνο τα έξι έχει χρησιμοποιήσει για να χρηματοδοτήσει τη γενική κυβέρνηση και τα υπόλοιπα είναι τόκοι για τα δάνεια. Η τάση των τόκων είναι να αυξάνονται κάθε χρόνο, ακόμη κι αν κάποια στιγμή μηδενιστεί το πρωτογενές (χωρίς τους τόκους) έλλειμμα. Δηλαδή, εφόσον δεν βρεθεί τρόπος να αναδιαρθρωθεί το χρέος ούτε ύστερα από δέκα, είκοσι ή τριάντα χρόνια, θα μπορεί η Ελλάδα από δικούς της πόρους να χρηματοδοτήσει αναπτυξιακά προγράμματα.

Από όλα τα παραπάνω προκύπτει η ανάγκη ενός εθνικού σχεδιασμού και ενός ευρωπαϊκού σχεδιασμού για τη διαχείριση του χρέους. Μπορεί οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες να έχουν μικρότερο δημόσιο χρέος από την Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά όλες οι ευρωπαϊκές χώρες του κέντρου έχουν διπλάσιο της Ελλάδας ιδιωτικό χρέος και επομένως μεγαλύτερο συνολικό χρέος. Και όπως έδειξε η περίπτωση της Ιρλανδίας, το ιδιωτικό χρέος μπορεί να μετατραπεί σε δημόσιο χρέος αν αναγκαστούν οι κυβερνήσεις να σώσουν τις εγχώριες τράπεζες.

Με άλλα λόγια, όσο κι αν αποφύγεις να δώσεις μια μάχη, τελικά θα υποχρεωθείς να πολεμήσεις. Οσο κι αν η ηγεσία της Ευρώπης έχει αποφύγει να δει το πρόβλημα λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τους όρους λειτουργίας των ευρωπαϊκών τραπεζών, στο τέλος θα υποχρεωθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα το οποίο τώρα διαρκώς αναβάλλεται. Και κυρίως αντιμετωπίζεται με την κρατικοποίηση των ζημιών και με την ιδιωτικοποίηση των κερδών.


Το σύμφωνο για το ευρώ και τα 50 δισ.

Ο Γαλλογερμανικός άξονας εμφανίστηκε να ζητεί ως αντάλλαγμα για τη χρηματοδότηση των οικονομιών της περιφέρειας το σύμφωνο ανταγωνιστικότητας, το οποίο μετονομάστηκε σε σύμφωνο για το ευρώ. Με το σύμφωνο αυτό ουσιαστικά η λιτότητα γίνεται η πανευρωπαϊκή συνταγή αντιμετώπισης των δημόσιων οικονομικών προβλημάτων, ενώ έχει αποδειχθεί ότι δεν έχει τα ίδια αποτελέσματα σε όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Ομως, και σε αυτήν την ιδέα υπάρχουν σοβαρές διαφωνίες και ενστάσεις. Ο πρόεδρος του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ δήλωσε καθαρά ότι το σύμφωνο για το ευρώ είναι άλλο ένα θνησιγενές μωρό και ότι δεν προσθέτει τίποτε περισσότερο στις δυνατότητες ελέγχου των οικονομιών από το Συμβούλιο Κορυφής. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ δήλωσε ότι οι όροι «τιμωρίας» των κρατών που παραβιάζουν το σύμφωνο θα έπρεπε να είναι αυτόματοι, να επιβάλλονται αμέσως και η άρση τους θα έπρεπε να είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης.

Και οι δύο Ευρωπαίοι αξιωματούχοι είχαν προτείνει μέτρα που απέρριψαν η κ. Μέρκελ και ο κ. Σαρκοζί. Ο μεν κ. Γιούνκερ είχε προτείνει την έκδοση ευρωομολόγων στη θέση των εθνικών ομολόγων του Δημοσίου ως ένα ποσοστό 60% των αναγκών δανεισμού όλης της Ευρώπης, ο δε κ. Τρισέ είχε προτείνει τη δυνατότητα αγοράς ομολόγων και από τη δευτερογενή αγορά για το ταμείο σταθερότητας, πράγμα που επίσης απέρριψαν οι ηγέτες Γαλλίας και Γερμανίας. Οι διαφωνίες επηρεάζουν άμεσα την Ελλάδα και κυρίως το πακέτο των 50 δισεκατομμυρίων ευρώ που υποσχεθήκαμε ότι θα αντλήσουμε από την αξιοποίηση της κινητής και της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, αξίας άνω των 300 δισεκατομμυρίων ευρώ. Μόνο που το ίδιο ποσό διεκδικούν η ανάπτυξη, η πληρωμή των τόκων, η μείωση του χρέους και η επιμήκυνση του δανείου της τρόικας. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της καγκελαρίου Μέρκελ, έχουμε αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις για το πρόγραμμα αποεπένδυσης του Δημοσίου ύψους 50 δισ. ευρώ, αλλά στην Ελλάδα δεν έχει ανακοινωθεί οτιδήποτε και υπάρχουν μόνο κάποιες δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Γιώργου Παπακωνσταντίνου ότι έως το τέλος Μαρτίου το πρόγραμμα θα είναι συγκεκριμένο και θα έχουν ανακοινωθεί οι πρώτοι στόχοι, στους οποίους περιλαμβάνονται ο οργανισμός λαϊκών λαχείων ή η επέκταση της σύμβασης ή ακόμη και πώληση της συμμετοχής στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος».
Share on Google Plus

About Unknown

This is a short description in the author block about the author. You edit it by entering text in the "Biographical Info" field in the user admin panel.
    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου